Η Ελλάδα έχει ένα τεράστιο πρόβλημα εικόνας και αξιοπιστίας στο εξωτερικό. Εμείς μπορεί να μην το καταλαβαίνουμε γιατί έχουμε μάθει να βράζουμε στο ζουμί μας, να μην μας εκπλήσσει πλέον τίποτα και να πιστεύουμε μάλιστα πως «έλα μωρέ, και οι άλλοι τα ίδια χάλια έχουν!». Δεν είναι όμως έτσι. Αντιθέτως, το πρόβλημα είναι πως για ένα μεγάλο διάστημα νόμιζαν οι πολιτικοί μας πως μπορούν να κοροϊδεύουν τους έξω, συμπεριφερόμενοι όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα. Στη Μέρκελ υπόσχονταν την αγορά εξοπλισμών με τον ίδιο τρόπο που υπόσχεσαι σε έναν ψηφοφόρο ότι θα του κάνεις κάποιο ρουσφέτι. Στην Κομισιόν και τους εταίρους της Ευρωζώνης υπόσχονταν τη λήψη αυστηρών μέτρων με την ίδια ευκολία που διόριζαν παραπάνω δημοσίους υπαλλήλους και αύξαναν το χρέος. Η ζημιά που έγινε είναι μεγάλη και συσσωρευτική. Και αυτό γιατί οι ψευδείς δεσμεύσεις ήλθαν να προστεθούν σε μια συσσωρευμένη ελληνική παραβατικότητα στο πλαίσιο της Ε.Ε. Η Ελλάδα δίνει την εικόνα μιας χώρας που δεν μπορεί να λύσει τα στοιχειώδη προβλήματά της γιατί έχει ένα διεφθαρμένο και ανεπαρκές κράτος που διοικείται από μια ανεπαρκέστατη πολιτική τάξη αλλά και μια κουλτούρα συντεχνιών που εμποδίζουν οιαδήποτε σοβαρή μεταρρύθμιση.
Η κυβέρνηση Καραμανλή δεν ασχολήθηκε με την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό ούτε κεφαλαιοποίησε τα σημαντικά βήματα που είχαν κάνει οι κυβερνήσεις Σημίτη. Κλείστηκε στο καβούκι της και την ενδιέφερε, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, η ελληνική μικροπολιτική σκηνή και μόνο. Ακόμη και άνθρωποι που μπορούσαν να σταθούν παντού, όπως ο κ. Αλογοσκούφης, κατέστησαν «αγνώριστοι» για όσους τους είχαν ζήσει πριν από την πολιτική.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, όπως και πολλά στελέχη της κυβέρνησής του, διακρίνονται αντιθέτως από μεγάλη διάθεση εξωστρέφειας και κοσμοπολιτισμού. Πολλοί εκ των στενών του συνεργατών έχουν περάσει χρόνια στο εξωτερικό και θα μπορούσαν να σταθούν σε πολλά διεθνή fora. Γρήγορα όμως αντελήφθησαν πως όσο καλά και αν ομιλούν τα γαλλικά ή τα αγγλικά, όσο εξαγώγιμοι και αν είναι, δεν παύουν να εκπροσωπούν μια χώρα που έχει χάσει τεράστιο κομμάτι της καλής της φήμης. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, η καλή φήμη χάνεται σχετικά εύκολα, ξανααποκτάται όμως με μεγάλη προσπάθεια και υπομονή. Η βασική πρόκληση τώρα για την κυβέρνηση είναι να αποδείξει πως μπορεί να κάνει «ό, τι χρειάζεται» για να βγει η χώρα από τη δίνη του δημοσιονομικού κατήφορου.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου έκανε εξαιρετική εντύπωση σε όλες τις παρουσιάσεις και συναντήσεις που είχε σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες την περασμένη εβδομάδα. Πολλοί όμως εξ όσων τον άκουσαν είχαν μονότονα την ίδια ερώτηση να κάνουν: «Εντάξει, μας έπεισε πως θέλει και είναι έτοιμος να κάνει τα σωστά πράγματα. Πώς μπορούμε όμως να είμαστε βέβαιοι ότι το αφεντικό του θα στηρίξει τη δική του πολιτική και όχι αυτή της αντιπάλου γραμμής μέσα στην κυβέρνηση; Και πώς θα πεισθούμε ότι η ελληνική κοινωνία θα δεχθεί, χωρίς πρωτοφανείς αντιδράσεις, όσα μας εξήγγειλε;».
Και εδώ υπάρχει ένα κρίσιμο, κρισιμότατο πρόβλημα. Η κυβέρνηση Παπανδρέου υπέστη ένα τεράστιο πλήγμα με την παλινωδία στο θέμα του παγώματος των μισθών άνω των 2.000 ευρώ. Η εμπιστοσύνη των αγορών και της Ε. Ε. δικαιολογημένα κλονίσθηκε γιατί όλοι αναρωτήθηκαν «αν κάνει πίσω τόσο γρήγορα και αδειάζει τον υπουργό του, τι θα κάνει όταν έλθουν τα δύσκολα;».
Τα δύσκολα θα έλθουν στις αρχές Ιανουαρίου. Ο πρωθυπουργός θα πρέπει να πάρει μια απόφαση με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Η συνταγή «ακολουθώ πολιτική της Κατσέλη με τον Παπακωνσταντίνου υπουργό και εκπρόσωπό μου στις αγορές και την Ε.Ε.» δεν περπατάει και είναι καταστροφική γιατί ενισχύει την εικόνα της αναξιοπιστίας. Το χειρότερο όμως είναι ότι αν αποδειχθεί στην πράξη ότι ο κ. Παπανδρέου δεν μπορεί, δεν θέλει ή δεν αντέχει να κάνει πράξη όσα υποσχέθηκε ο υπουργός Οικονομικών στις συναντήσεις και εμφανίσεις του, το κόστος πλέον για τη χώρα θα είναι καταστροφικό.
- Tου Αλεξη Παπαχελα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 20/12/2009
Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009
Ελλειμμα αξιοπιστίας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου